Τώρα που η κατάσταση στην χώρα του Ελύτη, της Νάνας Μούσχουρη αλλά και του Παντελίδη πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο, λογικό, μα και ενδεδειγμένο, είναι ο μέσος άνθρωπος να αναζητά εναγωνίως έναν σωτήρα. Έναν ηγέτη που θα βγάλει τον τόπο από το τέλμα της οικονομικής δυσπραγίας, της ανθρωπιστικής κατεξευτέλισης και διαπόμπευσης, και της κοινωνικής σήψης.
Πολλοί θα θελήσουν να υφαρπάξουν την ψήφο μας. Πολλοί θα μας τάξουν φύκια (και οφίκια) για μεταξωτές κορδέλες, μα ολίγοι θα μπορέσουν να σταθούν στο ύψος των κρίσιμων περιστάσεων. Και τώρα, την ώρα που η μύγα αντί για σκατό καταβροχθίζει σιδεροκονίαμα και ο κώνωψ τρώγει ατσάλι, ένας και μόνον ένας ξεχωρίζει για τις ηγετικές του ικανότητες, την προσήλωσή του στη μεταρρυθμιστική αναγέννηση του κράτους και την κάθαρση του λαού από τον ανατολίτικο ωχαδερφισμό και την κισμετολαγνία.
Ο Θάνος Τζήμερος.
Ο Θάνος είδε το πρώτο φως της μέρας την ημέρα του Αγιοβαλεντίνου του Τροπαιούχου, βαπτίστηκε Γλαύκος – Αθανάσιος και απέκτησε πολιτικό και καλλιτεχνικό αισθητήριο από πολύ νωρίς. Στα 8 του ήταν; Στα 9; Ποιος να θυμάται τις ανησυχίες εκείνης της άγουρης ηλικίας…Γοργά όμως άρχισε να αφήνει το στίγμα του στην γενέτειρά του, την πρωτεύουσα των τσιπουράδικων, τον Βόλο. Δεν ήταν σαν τα άλλα παιδιά ο Γλαύκος-Αθανάσιος. Όταν άλλοι πήγαιναν σε παιδικά πάρτι και περνούσαν ανέμελα καλοκαίρια σε κάποια παραλία του Πηλίου, εκείνος δινόταν ψυχή τε και σώματι στην λογοτεχνία και τη μουσική. Η κλασική κιθάρα είναι ακόμη ο πιστός του σύντροφος. Με αυτήν πνίγει τον πόνο του κάθε εκλογική βραδιά, βουρκωμένος μετρώντας τον πενιχρό απολογισμό των εκλογικών κέντρων – αναμφίβολα, αποτέλεσμα μαζικής χειραγώγησης ενός λαού μπολιασμένου με το μικρόβιο του πελατειακού αμοραλισμού.
Ατύχησε ο Γλαύκος-Αθανάσιος στην προσπάθεια του να γίνει σολίστ κιθαρωδός. Ήλπιζε σε βιρτουοζικές επιδείξεις σε μαρμαροστόλιστα μέγαρα παρουσία της υψηλής κοινωνίας, αλλά φευ, η μοίρα τον έριξε σε πτήσεις χαμηλές, δίπλα σε εκπροσώπους της λαϊκής τάξης. Πολλάκις βρέθηκε να γρατσουνάει την από καναδική οξυά κιθάρα του σε κάποια χαμηλόφωτη μπουάτ, δίπλα στην Αρλέτα, τον Λάκη Παππά, τη Φλέρυ Νταντωνάκη και άλλες εμβληματικές μορφές της λεγόμενης έντεχνης μουσικής με οσμίζον χνώτο, λιγδιασμένα ρεβέρ και τον Ριζοσπάστη παραμάσχαλα. Αναγκάστηκε δε να αλλάξει το όνομα του σε Θάνος ώστε να μην προκαλεί το κοινό περί δικαίου αίσθημα μέσα στην δύσκολη, αναβράζουσα – κοχλάζουσα! – με πολιτικά πάθη εποχή μετά την πτώση της δικτατορίας.
Μακρηγορούμε, αλλά και πώς αλλιώς να πράξουμε, όταν μιλούμε για ένα καλλιτέχνη, ένα μπον βιβέρ του πενταγράμμου, αλλά πλέον και έναν μεγαλόσχημο της πολιτικής κονίστρας. Επί του προκειμένου, ας σημειωθεί ότι υπήρξε μια άλλη κρίσιμη καμπή στον βίο του ελπιδοφόρου πολιτευτή. Ο Θάνος πέρασε κάποια φεγγάρια στην Γερμανία, την Δυτική βεβαίως, καλώς το υποψιάζεστε. Άμα τη επιστροφή του στα πάτρια, ο Θάνος άλλαξε κάποιες από τις συνήθειές του. Άρχισε να προσέχει ιδιαιτέρως την εμφάνισή του. «Λογικόν!», θά αναφωνούσε κάποιος, συλλογιζόμενος τον αειθαλή Θάνο ορμώμενον εκ Βόλου, την συμβασιλεύουσα του πρετ-α-πορτέ στη Θεσσαλία δίπλα-δίπλα με τα Τρίκαλα του Σαράφη (λόγω επιχειρηματικής γειτνίασης με το Παρίσι, τα Τρίκαλα σαφώς ανήκοντα σε μιαν άλλη, ανώτερη κατηγορία), οι δε δύο πεφωτισμένες πόλεις να συναγωνίζονται σε μία ευγενή άμιλλα που να υπερβαίνει τα όρια ενός στείρου και αναχρονιστικού επαρχιωτισμού ο οποίος καθηλώνει τον άρρενα ευκατάστατο κάτοικο ελληνικής κωμόπολης σε ένα διπολικό ενδυματολογικό αδιέξοδο μεταξύ ενός μαϊμού Λιβάις και ενός κοτλέ με τσάκιση και καφέ-σκατί σκαρπίνι.
Γύρισε λοιπόν ο Θάνος από τη Γερμανία και ο περίγυρός του έμεινε ενεός από τα ενδυματολογικά άλματα του φιλελεύθερου ασκητή. Μα και γενικότερα, όταν επέστρεψε ήταν άλλος άνθρωπος, πιο στιβαρός, πιο συνειδητοποιημένος, πιο μπασμένος στην πολιτική θεώρηση των πραγμάτων. Ήταν κρίσιμες οι στιγμές που πέρασε ο Θάνος στην Γερμανία. Ακόμη θυμάται τους εορτασμούς σε κάποιο θεατράκι της Βρέμης, όπου μαεστρικά συνέθετε μουσική για οπερέτες, τότε που γκρεμιζόταν το κατάπτυστο τείχος του Βερολίνου. Ανεξίτηλη του έμεινε η μνήμη ενός Ανατολικογερμανού, ρακένδυτου, χωρίς καν ένα κασμιρένιο ποσέτ στο πέτο ή έστω, βρε αδερφέ, μια σπορτίφ μπλούζα Λακόστ, χωρίς αμφιβολία τέως δημοσιοϋπαλληλίσκου, θαμώνα του τεμπελχανείου του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος, που του ζητούσε παρακαλετά μισό μπράτβουρστ έξω από ένα εστιατόριο του Βερολίνου μερικούς μήνες μετά.
Ο Θάνος είχε βέβαια επιρροές και από άλλα ευρωπαϊκά μετερίζια πέραν της τευτονικής ενδοχώρας. Ήταν η εποχή που η Σιδηρά Κυρία, η Μάγκι Θάτσερ, έπεφτε θύμα μηχανορραφιών εντός του κομματικού μηχανισμού των Τόρις. Δεν έκρυβε τον θαυμασμό του προς την Μάγκι ο Θάνος, όχι, δεν μπορούσε άλλωστε. Κάθε κρύο βράδυ της γκασταρμπάιτερ υπαρξής του, έκανε όνειρα (ή κατά το ποιητικότερον, πολιτικές ονειρώξεις) να συναντήσει ή έστω να μοιάσει στο είδωλό του. Ήταν λοιπόν μαχαιριά στην καρδιά να βλέπει στην μικρή του τηλεόραση τα γεγονότα της αποπομπής της Θάτσερ απότοκο της έλλειψης συλλογικής ευθύνης κάποιων αντιδραστικών στοιχείων εντός του κόμματος.
Δε συμφωνούσε σε όλα με την Θάτσερ ο Θάνος, όχι, αφού ο ίδιος ήταν από τότε ακόμα κοσμοπολίτης και υπέρμαχος της ευρωπαϊκής ενοποίησης πάνω σε μία πλατφόρμα κοινών αρχών. Αλλά σίγουρα, έχοντας και την εμπειρία μιας Γερμανίας όπου οι εργατικοί κάτοικοι της Δύσης έπρεπε να ξελασπώσουν από το υστέρημά τους τους πολιτικά αναλφάβητους ανανήψαντες κομμουνιστές της Ανατολής, κατέληξε στο μόνο λογικό και αβίαστο συμπέρασμα: η Ευρώπη πρέπει να ενωθεί εναντίον του βδελυρού κομμουνισμού που καταστρέφει την ιδιωτική πρωτοβουλία, διαιωνίζει τις παθογένειες του κολλεκτιβισμού και πρεσβεύει την υποταγή σε κάποιο Τσαουσεσκικής στυγνότητας πολιτμπιρό.
Γύρισε λοιπόν ο Θάνος στην ψωροκώσταινα. Νόμισε ότι επί Κώστα Μητσοτάκη η Ελλάδα θα άλλαζε. Ότι από την Μαργαρίτα Παπανδρέου, μια κακέκτυπη πασιονάρια ενός εισαγόμενου ζουρλομανδικού φεμινισμού με πρόσβαση σε κρατικά κονδύλια, και από ένα τσούρμο αεροσυνοδών, χαρτοριχτρών και άλλων σοσιαλιστικών βδελλών επί του ελληνικού πτώματος, η χώρα θα εξφενδονιζόταν στη σφαίρα ενός φιλελεύθερου παραδείσου τύπου Μαργαρίτας Θάτσερ όπου η ιδιωτική πρωτοβουλία θα δημιουργούσε πλούτο και το Χρηματιστήριο θα γινόταν ο ομφαλός, η ατμομηχανή της οικονομικής ανάπτυξης. Ο Θάνος ήξερε ότι μπορεί να προσφέρει. Αλλά ποιος θα έδινε σημασία σε έναν αδίκως άσημο ασχολούμενον με τις χορδές ενός μουσικού οργάνου; Δεν είχε την προβολή ενός Μίκη Θεοδωράκη (Υπουργού πλέον) ή ενός Γιώργου Νταλάρα ώστε να μπορέσει να τρυπώσει στα υψηλά κλιμάκια. Προς τούτον και άλλαξε επαγγελματική ρότα και εισήλθε στον χώρο του μάρκετινγκ και της επικοινωνίας, όντας ο ίδιος ομιλητής και αναλυτής ολκής. Για την ανέλιξή του σε αυτόν τον δημιουργικό χώρο που παράγει επιστήμη και συνεισφέρει ασύστολα στο κοινωνικό γίγνεσθαι θα αναφερθούμε σε άλλο πόνημα. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι ο Θάνος άρχισε πλέον να συναντάται επαγγελματικά με πολλούς σημαντικούς και υψηλά ιστάμενους και ως εκ τούτου άρχισε να προσέχει ακόμη περισσότερο την εμφάνισή του.
Μεγάλος φαν της γραβάτας ο Θάνος. Κατέχει μυριάδες σε πολλές αποχρώσεις και τις επιδεικνύει σε πολλούς συνδυασμούς με φρεσκοκολλαριστά πουκάμισα. Ενίοτε βέβαια, όντας άτομο ανοιχτό σε προκλήσεις, καταδέχεται να βρεθεί ανάμεσα σε μέλη της εργατικής τάξης χωρίς γραβάτα, όπως όταν κάνει προεκλογικές πορείες προς το λαό σε λαϊκές αγορές της Περιφέρειας Β’ Αθηνών και στη Βαρβάκειο Αγορά.
Και φτανουμε στο πρόσφατο γεγονός που μας έκανε σήμερα να μνημονεύσουμε αυτόν τον μεγιστάνα του φιλελεύθερου κοσμοπολιτισμού, του ιδεολογήματος της ελεύθερης – μέχρι ζουγκλοποίησης – αγοράς, του πεπειραμένου αναλυτή του Μαρξ, τον οποίο μελέτησε και απομυθοποίησε από τα γεννοφάσκια του ακόμη. Η ζωή μόλις έκανε ένα κύκλο και το παραδέχεται κι ο ίδιος ο Θάνος. Η χώρα βαδίζει προς νέες εκλογές – το αισθητήριο του Θάνου δεν λαθεύει. Πρέπει λοιπόν να ετοιμαζόμαστε για έναν νέο εκλογικό αγώνα. Οι συνθήκες είναι ώριμες για την μεγάλη φιλελεύθερη στροφή, ιδιαίτερα τώρα που ένα αυτοδημιούργητο άτομο της γενιάς του Θάνου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ηγείται της δεξιάς παράταξης (θέση που, ας μην γελιόμαστε, θα άξιζε να κατέχει ο Θάνος και με το παραπάνω).
Πώς θα μπορέσει όμως να κάνει την διαφορά αυτός ο διάκονος της φιλελεύθερης ουτοπίας; Πώς θα μπορέσει να ξεχωρίσει μέσα στο πλήθος των μετρίων, όταν η μετριότητα τους μοιάζει με βούρκο, ένα σιχαμένο έλος που ρουφά στον πυθμένα όποιον άξιο τολμήσει να μοιραστεί μαζί τους την ίδια πολιτική πλατφόρμα; Την λύση – αναπάντεχα – έδωσε ένα δημοσιογραφικό έντυπο της αλλοδαπής. Ιδού το κλείσιμο του κύκλου: η πολιτική χειραφέτηση του Γλαύκου-Αθανάσιου επετεύχθη στα 14 του χρόνια όταν ξεκίνησε να αρθρογραφεί στον τοπικό Τύπο του Βόλου, μα η πολιτική ολοκλήρωση του Θάνου συνετελέσθη στα 55 του χρόνια χάριν μιας απίστευτης προσφοράς του έγκριτου προπύργιου του θατσερισμού, της βρετανικής Ντέιλι Μέιλ, μιας εφημερίδας με 2 εκατομμύρια συγκροτημένους αναγνώστες, ζώντων από τα μακρινά νησιά Σέτλαντ μέχρι το ακροτελεύτιο σημείο της Κορνουάλης. Ο Θάνος έχει ήδη εξασφαλίσει την εξ Αγγλίας συνδρομή στο σχετικό έντυπο και με την συλλογή 10 κουπονιών, και καταθέτοντας τα έξοδα αποστολής δι’αντικαταβολής (ένεκα τα κάπιταλ κοντρόλς που επέβαλαν οι κρυφοκομμουνιστές μαθητευόμενοι μάγοι του ΣΥΡΙΖΑ), ο Θανος θα συμπληρώσει και ολοκληρώσει την εικόνα του βεριτάμπλ φιλελεύθερου σταυροφόρου με μία σικάτη τσάντα του ινδάλματός του. Με αυτήν την κρίσιμη προσθήκη, ο Θάνος θα είναι πλέον πιο έτοιμος από ποτέ για τις εκλογές και – επιτέλους – τη θριαμβευτική είσοδο στη Βουλή.
Παράθεμα: «Ο Διάβολος φοράει Πράβντα» του @fouiter « olympia.gr